Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Παρουσίαση του βιβλίου "Τελευταία Φορά" 25/5/2013 στο Holy Wood

Ζήσαμε μια βραδιά αξέχαστη. Ο χώρος που μας φιλοξένησε υπέροχος και το προσωπικό του μαγαζιού άψογο. Είχαμε την χαρά εγώ και η Κατερίνα Σωπύλη να παρουσιάσουμε αυτό το βιβλίο και αυτά είναι όσα είπα για αυτό:

"Θα ήθελα και εγώ να σας ευχαριστήσω που ανταποκριθήκατε στο κάλεσμά μας και έτσι όλοι μαζί καλοσωρίζουμε τον Κώστα Βελούτσο στη πόλη μας για δεύτερη φορά.
Μετά το πρώτο του βιβλίο «Σεργιάνι στη ζωή» ο Κώστας μας προσφέρει ένα δεύτερο ταξίδι με το βιβλίο του «Τελευταία Φορά» (ιδιωτική έκδοση όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη πρώτη σελίδα του).
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Αστυπάλαια, στη Φολέγανδρο και περνάμε και λίγο από Αμερική. Ξεκινάει με το γάμο δυο πολύ νέων ανθρώπων της Άννας και του Αλέξη που γίνεται λίγο βιαστικά λόγω εγκυμοσύνης. Η ηρωίδα, η Μερόπη αγωνιά και προσπαθεί να γίνουν όλα τέλεια και όπως πρέπει για τον γάμο της μονάκριβης Άννα της καθώς τρεις εβδομάδες είχαν απομείνει μέχρι τον γάμο και εφτά μήνες μέχρι να γεννήσει. Η Μερόπη που στέκεται μια ζωή μάνα, πατέρας και φίλη για την κόρη της. Είναι μια γυναίκα με ένα περίεργο ριζικό. Χαρακτηριστικά ο Κώστας αναφέρει ότι δεν στέριωνε με άντρα και ο μόνος της καημός ήταν ένα παιδάκι.
Ο Φάνης από τη Φολέγανδρο, γιατρός στο επάγγελμα είναι ο τρίτος της άντρας που ποτέ δεν τον χώρισε όμως κατάφερε να πετύχει αυτό που πραγματικά ήθελε. Ένα παιδί και να τον απομακρύνει από την ζωή της. Αυτό το πέτυχε ύστερα από ένα τραγικό γεγονός που έκανε τον Φάνη να παρατήσει την ιατρική και να μπαρκάρει στα καράβια και παράλληλα κάποια κρυμμένα μυστικά της οικογένειας του Φάνη που τυχαία έμαθε η Μερόπη. Όσο καιρό εξασκούσε το επάγγελμα του ιατρού ο Φάνης είχαν την ευκαιρία να κάνουν τα ταξιδάκια τους στη Βόρεια Ελλάδα για κάποια σεμινάρια που παρακολουθούσε ο Φάνης και κάπου εκεί η Μερόπη γνωρίζει τη μάγισσα Σοφία.
Ο Κώστας Βελούτσος μας περιγράφει ποια ήταν η ζωή του Αλέξη από τη γέννηση του, ποια η ιστορία των γονιών του τη ζωή του Φάνη την περίοδο που όργωνε τις θάλασσες. Μας συστήνει την Πέννυ, μια γυναίκα μοιραία που παίζει και αυτή καθοριστικό ρόλο στην ιστορία. Μια υιοθεσία, ένας γυρισμός  και ένα βρώμικο παρελθόν.
Ο Κώστας δίνει τόσο πετυχημένες περιγραφές στις τοποθεσίες που νομίζεις ότι είσαι εκεί και διαβαίνεις μαζί με τους ήρωες τους δρόμους και τα σοκάκια. Δίνει πολλά στοιχεία για τον χαρακτήρα του κάθε προσώπου ξεχωριστά και βοηθάει τον αναγνώστη να κατανοήσει για ποιο λόγο μπορεί να αντιδρά ο καθένας τους σε οτιδήποτε του συμβαίνει. Γραφή απλή, κατανοητή και η δράση γρήγορη. Στο βιβλίο αυτό φαίνεται ξεκάθαρα αυτό που όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε. Στη ζωή τίποτα δεν μένει κρυφό και η πορεία που χαράζει ο καθένας στη ζωή του δεν είναι εύκολη πάντα. Ακόμα και αν φαίνεται εύκολη αργά ή γρήγορα θα έρθει η ανταμοιβή για τις επιλογές που έχει κάνει. Αποδίδεται δικαιοσύνη και ο καθένας παίρνει αυτό που του αναλογεί. Όπως αναφέρει ο Κώστας στο οπισθόφυλλο «λένε, πως μόνο μια φορά η ζωή κρατάει μάτια και στόμα ερμητικά κλειστά, μπροστά το «γραφτό» της μοίρας και του πεπρωμένου… και για τελευταία»."

Κώστα σε ευχαριστούμε για αυτό το όμορφο ταξίδι που μας χάρισες, εύχομαι να έχεις υγεία πάνω από όλα και έμπνευση πολλή για να συνεχίσεις να γράφεις.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Ταξίδι προς την ελευθερία

Καθισμένη σε ένα τραπεζάκι μπροστά σε παράθυρο, αγνάντευε. Άκουσε τον βόμβο των μηχανών του καραβιού και κοίταξε χαμηλά προς τη θάλασσα. Κύματα σχηματίστηκαν και λευκές γραμμές από αφρό μουτζούρωσαν το βαθύ μπλέ. Το λιμάνι ξεμάκραινε και η πόλη στο βάθος χανόταν σιγά σιγά από τα μάτια της. Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα σαρκώδη χείλη της.
Πήρε τη τσάντα της και βγήκε στο κατάστρωμα. Ανέβηκε τις δυο σκάλες και βρέθηκε στο τελευταίο κατάστρωμα ψηλά εκεί που βρίσκεται η γέφυρα. Πλησίασε στη κουπαστή. Ο αέρας ανακάτευε τα μακριά κατακόκκινα μαλλιά της και με σταγόνες από τη θάλασσα έβρεχε το πρόσωπό της. Ένιωσε την αλμύρα στο δέρμα της και σκέφτηκε ότι η ελευθερία της έχει τη γεύση του αλατιού.
Άνοιξε τη τσάντα της και πήρε το μπορντό, βελούδινο, σε σχήμα καρδιάς κουτάκι. Το άνοιξε και καθώς αντίκρισε τη βέρα, δάκρυσε. Αυτό το χρυσό πραγματάκι ήταν ο χαλκάς της δικής της φυλακής. Κράτησε σφιχτά με το δεξί της χέρι το δαχτυλίδι. Σήκωσε το χέρι ψηλά και κάνοντάς το προς τα πίσω, έδωσε ώθηση με όση δύναμη μπορούσε να βάλει και άνοιξε απότομα τη χούφτα της. Η βέρα διέγραψε τη δική της πορεία στον αέρα και χάθηκε στο πέλαγος...